Ο Όλυμπος στη μυθολογία
Η πανάρχαια ονομασία Όλυμπος εμφανίζεται στα κείμενα του μυθικού Ορφέα γύρω στον 14ο με 13ο αιώνα π.Χ.
- Αργοναυτικά στ. 466-467
...Ουλύμπου δε βαθυσκοπέλου πρηώνας ερυμνούς εισέδρακον Μινύαι...
(μετ. : Είδαν οι Μινύες τους απόκρημνους βράχους του Ολύμπου, που έχει ψηλούς κρημνούς)
- Ύμνος XVII Ποσειδώνος θυμίαμα
...ος ναίεις κορυφαίος επ' Ουλύμποιο καρήνων...
(μετ. : εσύ που κατοικείς στην κορυφή πάνω στα υψώματα του Ολύμπου)
- Λιθικά στ. 9-10
...ίξεν άγων εις Όλυμπον αγάννιφον, ηδέ σαόφρων Παλλάς...
(μετ. : έφτασε στον χιονοσκεπή Όλυμπο και η συνετή Παλλάδα)
Αργότερα τη μνημονεύει ο Ησίοδος στα έπη του «Έργα και Ημέραι» και «Θεογονία», καθώς και ο Όμηρος στην «Ιλιάδα» και «Οδύσσεια».
- Θεογονία στ. 842-843
...Ποσσὶ δ᾽ ὕπ᾽ ἀθανάτοισι μέγας πελεμίζετ᾽ Ὄλυμπος ὀρνυμένοιο ἄνακτος· ἐπεστενάχιζε δὲ γαῖα....
(μετ. : ενώ κάτω από τα αθάνατα τα πόδια του άρχοντα, καθώς για πόλεμο σηκώνονταν ο μέγας Όλυμπος απ' άκρη σ' άκρη τρανταζότανε και τ' απαντούσε η Γη βογγώντας)
- Ιλιάδα Θ στ. 2-3
...Ζεὺς δὲ θεῶν ἀγορὴν ποιήσατο τερπικέραυνος ἀκροτάτῃ κορυφῇ πολυδειράδος Οὐλύμποιο·...
(μετ. : και έκραξε ο Δίας ο κεραυνόχαρος τους αθάνατους όλους να ρθουν στου Ολύμπου του πολύκορφου την πιο αψηλή τη ράχη)
Στο λεξικό του Ησύχιου Αλεξανδρέως τον 5ο αιώνα αναφέρεται ο Όλυμπος ως ουρανός, θεού οικητήριον και όρος στη Μακεδονία.
Προέλευση της λέξης Όλυμπος
Μερικές από τις σύγχρονες εκδοχές για την προέλευση και τη σημασία της λέξης Όλυμπος είναι οι παρακάτω:
- Ο Βέλγος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Λιέγης Louis Deroy, στην ανακοίνωσή του «Reflexions sur le nom de l’ Olympe» στο 10ο διεθνές συνέδριο Ονοματολογίας στη Βιέννη το 1969 υποστήριξε ότι η λέξη Όλυμπος είναι όνομα ελληνικό και όχι προελληνικό. Προέρχεται από το θέμα (ρίζα) Ολ - ΟλF (=κόβω) και το μόρφημα *nkwos, λατιν. nquus, που δηλώνει τόπο. Έτσι το όνομα Όλυμπος σημαίνει «ο τόπος που κόβει - χωρίζει τη χώρα και εμποδίζει τη διάβαση». Ο Louis Deroy αναγνώρισε στο μυκηναϊκό o-ru-wo-qo τον τύπο olwonkwos που «πείθει» για τη ρίζα (θέμα) olfo με τροπή του δεύτερου ο σε y δίπλα στα χειλικά.
- Σύμφωνα με τον φιλόλογο Γιάννη Μωραλίδη στο άρθρο του «Fέλχανος - Όλγανος - Volcanus (ο τρισυπόστατος θεός των Πρωτοελλήνων)» που δημοσιεύθηκε στην περιοδική έκδοση «Ονόματα», τ. 16, 1999-2002, σ. 311-320, Fέλχανος (το επίθετο το Διός στην Κρήτη) είναι πρωτοελληνικός τύπος και στη συνέχεια αιολικός που σημαίνει ο έλκων και εκτοξεύων από του αιθέρος το ουράνιον και κεραύνιον πυρ - ο κεραύνειος και τερπικέραυνος Ζευς, ενώ Vulcanus (θεός του πυρός) είναι ο αντίστοιχος με τον Ήφαιστο θεός των Ρωμαίων.
- Ο ερευνητής της Ακαδημίας Αθηνών Γεώργιος Ντελόπουλος, σε ανακοίνωσή του στο Ζ΄ συνέδριο «Ο Όλυμπος στους αιώνες» - Ελασσόνα 1994 υποστηρίζει ότι σύμφωνα με τη γραμμική (Κρητομυκηναϊκή) γραφή Β, που αποκωδικοποιήθηκε το 1953, η μυκηναϊκή γλώσσα έχει για τη λέξη Όλυμπος τη ρίζα στο Όλυμπ, που σημαίνει χαράδρα ή σχίσιμο ενός βράχου και αν το λάμδα το κάνουμε ρο, όπως γίνεται στη διαλεκτολογία, έχουμε τη ρίζα ριμπ, ρουμπ που σημαίνει βράχος. Άρα έχουμε δύο πιθανές σημασίες της λέξης Όλυμπος: ή σημαίνει βράχος ή χαράδρες ή το άνοιγμα που βλέπει κανείς όταν πηγαίνει στον Όλυμπο από Μακεδονία, Δίον, Λιτόχωρο, Σκοτίνα.
- Ο ερευνητής Σημαιοφόρος Θεολόγος στο βιβλίο του «Αποκωδικοποίησις Θεογονίας Ησιόδου» - Αθήνα 1998 αναφέρει (σ. 479) ότι ο Όλυμπος δηλώνεται ως Ο = ουράνιος χώρος και Λυμπος = όπου λάμπουν ηλιακά σώματα. Οι αστέρες θεοί είναι Ήλιοι και Ολύμπιοι Θεοί και εξ αυτού δε του λόγου είναι «δωτήρες εάων, δηλαδή πάντων των εν τη φύσει ενεργειών».
Ιστορικά στοιχεία
Η Θεσσαλία και η περιοχή γύρω από τον Όλυμπο ήταν η κοιτίδα των περισσότερων ελληνικών φύλων. Πρώτοι κάτοικοι από το 6.800 π.Χ. και μετά θεωρούνται οι Πελασγοί, οι Αίμονες και οι Λέλεγες. Αργότερα, μετά το 2.200 π.Χ., έκαναν την εμφάνιση τους οι Μινύες, Φλεγύες, Περραιβοί, Λαπίθες και το θρακικό φύλο Πίερες. Κατά τους ιστορικούς χρόνους είχαν επικρατήσει τα ελληνικά φύλα των Θεσσαλών και των Μακεδόνων.
Διάφοροι ελληνικοί και ξένοι στρατοί χρησιμοποίησαν τις ορεινές διαβάσεις του Ολύμπου για να μετακινηθούν, ενώ κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, ο Όλυμπος υπήρξε το καταφύγιο και ορμητήριο πολλών ανυπότακτων ομάδων που δεν ανέχονταν τη ρωμαϊκή εξουσία.
Ο Όλυμπος έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο την περίοδο της Τουρκοκρατίας, επειδή υπήρξε το κρησφύγετο κλεφτών και οπλαρχηγών. Οι πιο ονομαστοί κλέφτες και αρματολοί που έδρασαν στην περιοχή του Ολύμπου ήταν οι Βλαχαβαίοι, οι Λαζαίοι, ο Καρά Μιχάλης κ.α. Το 1822 έγινε στην περιοχή του Ολύμπου μια αποτυχημένη επανάσταση. Ακολούθησαν άλλες δυο επαναστάσεις, το 1833 και 1854. Το 1878 έγινε η μεγάλη επανάσταση, που οδήγησε στην απελευθέρωση της υπόλοιπης Ελλάδας.
Στις 19 Φεβρουαρίου 1878 συγκροτήθηκε στο Λιτόχωρο η «Προσωρινή Κυβέρνηση της Μακεδονίας», η οποία διακήρυξε την απόφαση των Μακεδόνων να αγωνιστούν για την ένωση τους με την Ελλάδα. Πρόεδρος της ήταν ο Ευάγγελος Κοροβάγκος από το Λιτόχωρο. Οι Τούρκοι όμως, έχοντας περισσότερες δυνάμεις, κατέλαβαν το Λιτόχωρο και έβαλαν φωτιά στην περιοχή. Στο Συνέδριο του Βερολίνου το 1878 αποφασίστηκε να δοθεί η Θεσσαλία στην Ελλάδα, εκτός της επαρχίας της Ελασσόνας. Ο Όλυμπος παρέμεινε στα χέρια των Τούρκων έως τον Οκτώβριο του 1912, όταν ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την περιοχή κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, ύστερα από τις νικηφόρες μάχες της Πέτρας και του Σαραντάπορου.
Κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και στην εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα έγιναν σημαντικές μάχες στην περιοχή του Ολύμπου. Οι Γερμανοί κατάφεραν και ύψωσαν τη γερμανική σημαία στο Μύτικα. Στην περίοδο της γερμανικής κατοχής, ο Όλυμπος αποτέλεσε το κρησφύγετο και ορμητήριο των ένοπλων αντάρτικων ομάδων.
Η πρώτη ανάβαση στον Όλυμπο
Η πρώτη ανάβαση στον Όλυμπο έγινε τον Αύγουστο του 1913 από τους Ελβετούς Frederic Boissonnas (1858-1946), Daniel Boud-Bovy (1870-1958) και τον Έλληνα κυνηγό αγριοκάτσικων Χρήστο Κάκαλο (1882-1976). Κατάφεραν να ανέβουν στην απάτητη και ψηλότερη κορύφη του Ολύμπου, τον Μύτικα. Οι δυο Ελβετοί είχαν φτάσει στη Θεσσαλονίκη τον Ιούλιο του 1913, προσκαλεσμένοι της Ελληνικής Κυβέρνησης, για να φωτογραφήσουν τις επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού.
Έφτασαν στο Λιτόχωρο στις 28 Ιουλίου και την επόμενη μέρα ξεκίνησαν για τη Μονή Αγίου Διονυσίου. Αφού ακολούθησαν το μονοπάτι βόρεια του μοναστηριού, κατασκήνωσαν στην Πετρόστρουγκα. Στις 30 Ιουλίου άφησαν την Πετρόστρουγκα και ανηφόρισαν στη Σκούρτα. Διέσχισαν το «λαιμό» και έφτασαν στο Οροπέδιο των Μουσών, ανέβηκαν στον Προφήτη Ηλία και εξερεύνησαν τη βάση του Στεφανιού. Στο Στεφάνι έδωσαν το όνομα «Θρόνο του Διός» και στο Σκολιό την ονομασία «Μαύρη Κορυφή», επειδή η πλευρά της προς τα Μεγάλα Καζάνια ήταν σκοτεινή.
Αφού διέσχισαν το οροπέδιο, έφτασαν σε μια καλύβα ξυλοκόπων, κοντά στο σημερινό καταφύγιο «Σπήλιος Αγαπητός». Εκεί συνειδητοποίησαν ποιος ήταν ο δρόμος για την κορυφή. Στις 31 Ιουλίου ξεκίνησαν για το μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, όπου αποφάσισαν τελικά να δοκιμάσουν να ανέβουν στη ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου. Το βράδυ της ίδιας μέρας διανυκτέρευσαν στα Πριόνια και την επόμενη ανηφόρισαν το Μαυρόλογγο και έφτασαν στην καλύβα των ξυλοκόπων, όπου διανυκτέρευσαν. Την επόμενη μέρα, 2 Αυγούστου 1913, οι τρεις άντρες ξεκίνησαν για την κορυφή μέσα σε ομίχλη, δυνατό αέρα και χαλάζι. Έφτασαν στα Ζωνάρια.
Ακολουθώντας τον ξυπόλητο Χρήστο Κάκαλο, οι δυο Ελβετοί, δεμένοι με σκοινί, ανέβηκαν σε μια κορυφή, την οποία θεώρησαν ως τη ψηλότερη και τη βάφτισαν «Κορυφή της Νίκης» (προς τιμή της νίκης του ελληνικού στρατού στο Σαραντάπορο). Όμως είχαν κάνει λάθος. Με την καλυτέρευση του καιρού, διαπίστωσαν την ύπαρξη μιας ψηλότερης κορυφής. Έτσι ξεκίνησαν για να ανέβουν σε αυτή. Αφού κατέβηκαν από την κορυφή που ονόμασαν «Ταρπηΐα Πέτρα», οι δυο Ελβετοί μαζί με το Χρήστο Κάκαλο, σταμάτησαν μπροστά στον «κατακόρυφο διάδρομο» που οδηγεί στη ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου. Στις 10.25 το πρωί πάτησαν στη ψηλότερη κορυφή της Ελλάδος, στην οποία έδωσαν το όνομα «Κορυφή Βενιζέλος».
Η πρώτη ανάβαση στο Μύτικα έγινε γνωστή το 1919 με την έκδοση του βιβλίου του Frederic Boissonnas «La Grece Immortelle».